Στον Λεωνίδα
Γαλάζη
Πάνω σε βράχο ζηλευτό, στου Αλέξανδρου τη χώρα
δύο φίλοι συνομιλούν με στρατιές από λέξεις
στην έρημο της λευκής σελίδας.
Ο ένας καθισμένος στης Πίνδου τις βουνοκορφές,
έχοντας τον “Σταυραετό” παρέα,
μέσα από τις μοσκομύριστες του γεροπεύκου ανάσες,
το θρόισμα του ελάτου,
στον ήχο της φλογέρας ν’ αγγίζει του ουρανού τη
γαλήνη,
με τη ματιά του ν’ αγκαλιάζει του Ολύμπου τις
κορυφές,
να προσκυνά τον θρόνο του Δία
κι από κει να πλανάται στης Παναγιάς το Περιβόλι
ακούγοντας τις ψαλμωδίες των Αγίων.
Κι ο άλλος, στης Ελένης τα χώματα,
στον βράχο της Μονεμβασιάς καθισμένος,
του κυμάτου το θαλασσινό αγέρι να ανασαίνει.
Με βλέμμα ξάγρυπνο κι ανήσυχο
τ’ ανθισμένα νούφαρα ν’ ατενίζει
σπαρμένα στου Αιγαίου την ποδιά.
Συντροφιά με τους κρωγμούς των γλάρων,
λέξεις να συντίθενται.
Κι αυτός να τις βάζει στη σειρά,
να τις ταξινομεί για να εκφράσει
διώξεις, κακουχίες, κραυγές θυμάτων.
Μα και οδύνη και σπαραγμό
για την καθημαγμένη Μεγαλόνησο.
Αλλά και για ιδέες και όνειρα ματωμένα,
που σκόρπισαν και διαλύθηκαν
στου χρόνου την σκουριά.
Αφήνοντας γεύση πικρή.
Σάββατο 19/10/2019
ώρα 11 το πρωί